ανεμοδείχτης

ανεμοδείχτης
ο
εργαλείο που δείχνει τη διεύθυνση του ανέμου.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • αεροδείχτης — ο βλ. ανεμοδείχτης, ο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ανεμοδούρα — η 1. ανεμοδείχτης (βλ. λ.). 2. τόπος ανεμόδαρτος: Αυτός δεν ήταν τόπος να κατοικήσουν άνθρωποι· ήταν ανεμοδούρα. 3. μτφ., άνθρωπος άστατος: Αυτός είναι μεγάλη ανεμοδούρα· άλλα λέει τη μια ώρα κι άλλα την άλλη …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”